- φιλιππικῶν
- φιλιππικόςoffem gen plφιλιππικόςofmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Daniel Philippidis — (Greek: Δανιήλ Φιλιππίδης, ca. 1750 1832) was a Greek scholar, figure of the modern Greek Enlightenment and member of the patriotic organization Filiki Etaireia. He was one of the most active scholars of the Greek diaspora in the Danubian… … Wikipedia
θεόπομπος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Βασιλιάς της Σπάρτης (720 675 π.Χ.). Ήταν γιος του Νίκανδρου, από το γένος των Ευρυπωντιδών. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του σημειώθηκαν σοβαρά πολεμικά γεγονότα και σημαντικές μεταβολές στο… … Dictionary of Greek
Βασιάδης, Κωνσταντίνος — (Δελβινάκι, Ήπειρος 1821 – Κωνσταντινούπολη 1890). Έλληνας λόγιος. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές στη γενέτειρα και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, σπούδασε φιλολογία και ιατρική στην Αθήνα, στο Παρίσι και στο Βερολίνο. Το 1859 επέστρεψε στην… … Dictionary of Greek
Καζάζης, Ιωάννης — (Θεσσσαλονίκη 1947 –). Καθηγητής πανεπιστημίου, φιλόλογος και συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (κλασική φιλολογία και λεξικογραφία) και μετεκπαιδεύτηκε σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Σταδιοδρόμησε… … Dictionary of Greek
Κικέρων — (Marcus Tullius Cicero, Αρπίνο 106 π.Χ. – 43 π.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας, συγγραφέας και πολιτικός. Καταγόταν από οικογένεια πληβείων, η οποία είχε προαχθεί στην τάξη των ιππέων. Το όνομα Cicero προέρχεται πιθανότατα από κάποιο προγονικό παρατσούκλι… … Dictionary of Greek